Αναρτήσεις

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2025

Ας τραγουδήσουμε καλύτερα...

 


"Γιατί να φιλοσοφούμε όταν μπορούμε να τραγουδάμε;" Georges Brassens






Ο Ζωρζ Μπρασενς γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 21 Οκτωβρίου του 1921 από έναν άθεο Γάλλο οικοδόμο, και μία Γαλλίδα, αυστηρά καθολική. Απορώ πραγματικά πώς τα βρήκαν μεταξύ τους; Σίγουρα αυτή η ακραία θρησκευτική αντίθεση των γονιών του, επηρέασε βαθιά τον γιο τους.

Μικρός, ήταν ατίθασος και κακός μαθητής. Στα μετεφηβικά χρόνια του έμπλεξε με συμμορίες. Κι όταν λέμε συμμορίες, μην φανταστείτε άτομα με σοβαρές παραβατικές συμπεριφορές. Μικρά αγόρια ήταν που τους άρεσαν να προκαλούν τον κοινωνικό τους περίγυρο, να κάνουν χοντροκομμένα αστεία, να τσακώνονται μεταξύ τους και να κάνουν μικροκλοπές για να έχουν το πενιχρό χαρτζιλίκι τους.

Όλα αυτά όμως ήταν πολλά και ικανά για να αποβάλλουν για πάντα τον Ζωρζ από το σχολείο.

Η μάνα του που είχε όνειρο να τον δει γιατρό, δικηγόρο ή τουλάχιστον δημόσιο υπάλληλο απογοητεύτηκε πολύ. Έτσι ο ατίθασος νεαρός οδηγήθηκε αναγκαστικά στο επάγγελμα του πατέρα του και έγινε κι αυτός οικοδόμος, εκτός κι αν προτιμούσε να…καταλήξει στην φυλακή.

"Ο Γορίλας" έπεσε στα χέρια μου σχεδόν τυχαία, σε μια υπαίθρια έκθεση βιβλίων την δεκαετία του '80. Το ξεφύλλισα, στάθηκα σ' ένα ποίημα που μου τράβηξε ιδιαίτερα την προσοχή. "Η ομπρέλα". 

Η ομπρέλα (Le parapluie)


Ρίχνει βροχή στη λεωφόρο

χωρίς ομπρέλα η μικρή,

μα στη δική μου που έχει χώρο

χωράνε όλοι οι καλοί.

Στρίβω μεμιάς, κοντά της τρέχω:

"Έχω για σας θέση στεγνή"

χαμογελά, το "ναι" της έχω

να' μαστε οι δυο αγκαλιαστοί...


Μια ομπρέλα για σένα

μια ματιά σου για μένα,

θα' ναι του Έρωτα, πες, προσταγή...

Μια ματιά σου για μένα

μια ομπρέλα για σένα...

Ναι! Κερδίζω στην ανταλλαγή.


Σ' εκείνη πλάι, κι έπαιζε η μπόρα

μ' ήχους κρουστούς, τζαζ μουσική

κι όλη η πλάση έμοιαζε τώρα

για μας τους δύο να' χει φτιαχτεί...

Στον έβδομο ουρανό βρισκόμουν

κι ευλογούσα το νερό

και δίχως να το πω ευχόμουν

ατέλειωτο κατακλυσμό.


Μια άκρη του Παραδείσου

για μια ομπρέλα μαζί σου

των αγγέλων σκορπάς τη σαγήνη...

Μια ομπρέλα μαζί σου

για μια γωνιά Παραδείσου

Μόνο κέρδος για μένα θα μείνει.


Μα τι κι αν βρέχει, πάντα οι δρόμοι

φτάνουν σε κάποια γειτονιά...

Να κι η δική της και "Συγγνώμη" 

λέει, "εγώ στρίβω εδώ να!"

Προτού καλά το καταλάβω

να τη που φεύγει λικνιστή

στη λήθη πια τα όνειρα θάβω

...και την ομπρέλα μου μαζί!


Μια ομπρέλα για σένα

μια ματιά σου για μένα

θα' ναι του Έρωτα, πες, προσταγή...

Μια ματιά σου για μένα

μια ομπρέλα για σένα...

Ναι! κερδίζω στην ανταλλαγή!


Le parapluie/ H ομπρέλα Georges Brassens

  


Δεν ήξερα τι κρατούσα στα χέρια μου και κυρίως δεν ήξερα καν τον συγγραφέα. Μέτρησα τα λιγοστά χρήματα που είχα στην τσέπη μου και μετά από έναν μικρό δισταγμό, το αγόρασα. 

Το μικρό βιβλίο έκρυβε μέσα του πολλές εκπλήξεις. Ποιήματα σοκαριστικά ειλικρινή, ανόθευτα από δηθενιές και υποκρισίες, ποιήματα που δεν χάιδευαν αυτιά. Ποιήματα που μου έλεγαν πολλά. Με πήγαιναν αλλού, μου βάθαιναν τη σκέψη. Η ανησυχία της ηλικίας μου βρήκε καταφύγιο στα ποιήματα εκείνα που μιλούσαν κατευθείαν στο αντιδραστικό μου πνεύμα. Έγινα ομοϊδεάτης του Μπρασσένς χωρίς καν να το καταλάβω. 

Οι λέξεις του λειτούργησαν σαν φάροι μέσα στο νου μου που διψούσε εκείνη την εποχή για ανοιχτούς ορίζοντες. 



Το τραγούδι του «Ο Γορίλας», απαγορεύτηκε για πολλά χρόνια από το ραδιόφωνο. Ο γορίλας σπάει τα δεσμά του, βουτάει τον δικαστή και τον «σκίζει». Ουσιαστικά εννοούσε την απανθρωπιά των δικαστών που καταδίκαζαν κάποιον κατηγορούμενο σε θάνατο με μεγάλη ευκολία.



Δ. Μπόγδης - Η Κακή Φήμη/ La Mauvaize Reputation - Georges Brassens





           Στο χωριό, όχι να παινευτώ

                                           έχω όνομα κακό

       Σωπαίνω ή κάνω πατιρντί

        με περνάν για δεν ξέρω τι.

 

        Δεν κάνω ωστόσο ζημιά 

                   σε κανέναν παίρνοντας στρατί

που μου πάει εμένα

 

                  Μα οι άνθρωποι θεωρούν κακό

              να παίρνεις δρόμο αλλιώτικο

                    Ναι, οι άνθρωποι θεωρούν κακό

               να παίρνεις δρόμο αλλιώτικο

         Όλοι τους με κακολογούν

                               πλην των μουγκών που δεν μπορούν...

-------


Άρπαξε όμως και κάτι απ’ το σχολείο, πριν τον "εξώσουν" οριστικά: την αγάπη για την ποίηση.

Ένας καθηγητής που είδε «κάτι» στον Ζωρζ, αποφάσισε να επενδύσει σ’ αυτόν. Το τραγούδι ήταν άλλωστε και ο συνδετικός κρίκος που τον ένωνε με την οικογένειά του. Συνήθιζαν να κάθονται όλοι μαζί και να τραγουδούν. Όταν ζήτησε να τον αφήσουν να κάνει μαθήματα μουσικής, η μητέρα του πρόβαλε σθεναρή αντίσταση για να μην αποσπαστεί από τα μαθήματα του σχολείου και γίνει χειρότερος μαθητής.

Στα 18 μετακομίζει στο Παρίσι σε μια θεία του και πιάνει δουλειά στο εργοστάσιο της Ρενό.

Στο μεταξύ η Γαλλία έχει κηρύξει τον πόλεμο στη Γερμανία. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έχει αρχίσει. Η Γερμανία καταλαμβάνει τη χώρα. 

Ο Μπρασένς αρνείται να δουλέψει για τους κατακτητές. Αρχίζει να πηγαίνει στη βιβλιοθήκη και να περνάει περισσότερο χρόνο εκεί και στο σπίτι της θείας του. Στο σπίτι υπάρχει ένα πιάνο. Έχοντας άπειρο χρόνο και πολύ πείσμα και παρότι δεν ήξερε καν να διαβάζει νότες, κατάφερε να μάθει πιάνο. Παράλληλα ασχολήθηκε με την ποίηση γράφοντας δικά του ποιήματα που στη συνέχεια προσπάθησε να μελοποιήσει. Μεσούσης της ναζιστικής κατοχής εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή του με σατιρικά ποιήματα και με τα λιγοστά δικά του χρήματα.

Η κυβέρνηση όμως του Βισύ συμφώνησε με τους Ναζί να σταλούν νέοι Γάλλοι στη Γερμανία ως εργάτες. Ο Μπρασένς επιστρατεύτηκε μαζί με πολλούς άλλους και βρέθηκε να δουλεύει στο εργοστάσιο της BMW. Στην πρώτη ολιγοήμερη άδεια που πήρε για να πάει να δει τους δικούς του κρύβεται και αρνείται να γυρίσει στη Γερμανία. Τότε ξεκινάει η γνωριμία του με άλλους «ομοϊδεάτες».

Όσα είχε ζήσει μέχρι τότε και στην πατρίδα του και στην Γερμανία τον μετατρέπουν σιγά-σιγά από έναν μικροαπατεώνα, λωποδυτάκο σε έναν πασιφιστή αναρχικό λόγιο.

Μετά την απελευθέρωση του Παρισιού, μαζί με άλλους δυο φίλους του, αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί πολιτικά.

Από τον Μάιο του 1946, αρθρογραφεί με ψευδώνυμο και επιμελείται τα κείμενα της αναρχικής εφημερίδας “Le Libertaire”.

Στη συνέχεια διακόπτεται η συνεργασία του με την “Le Libertaire” λόγω ιδεολογικών διαφωνιών. Δεν έπαψε όμως ποτέ να δηλώνει ελευθεριακός και αναρχικός.

Ο Μπρασένς ήταν πολυγραφότατος. Στα τριάντα χρόνια μουσικής και στιχουργικής καριέρας πουλήθηκαν εκατομμύρια δίσκοι και στήθηκαν συνεργασίες με διάσημους τραγουδιστές όπως ο Ζωρζ Μουστακί, η Νάνα Μούσχουρη, ο Υβ Μοντάν, ο Ζακ Μπρέλ κ.α. Τα εισιτήρια των συναυλιών του γίνονταν ανάρπαστα.

Συνήθως έπαιζε κιθάρα συνοδευόμενος από κοντραμπάσο. Το ταλέντο του συνδυάστηκε τέλεια με τα ακούσματα που είχε από την γαλλική λαϊκή μουσική, την τζαζ, την μουσική των καμπαρέ και τον βοήθησε να γράψει καταπληκτικά τραγούδια.

Όταν ακούει κανείς τα τραγούδια του για πρώτη φορά νιώθει κάπως περίεργα. Είναι διαφορετικά. Ίσως φανούν απλοϊκά αλλά κάποια προκαλούν νοσταλγία, κάποια είναι αστεία και αρκετά προκαλούν πολλές σκέψεις, προβληματισμό αλλά και χαμόγελο.


Οι Μαλάκες, στίχοι του Ζωρζ Μπρασσένς, Μουσική Θόδωρος Αναστασίου




Περισσότερο απήγγειλε τους στίχους του παρά τραγουδούσε. Ο λόγος του ήταν ποιητικός και η γλώσσα του υποδειγματική. Τα περισσότερα απ’ τα τραγούδια του ήταν πολιτικά. Άλλα προβοκατόρικα και άλλα μιλούσαν με εικόνες. Κατήγγειλαν την ασυδοσία της αστυνομίας, την Εκκλησία, τους δογματισμούς, τους ένστολους, τους πολέμους, τον εθνικισμό, τους άρχοντες, τους πολιτικούς, το κατεστημένο, τους νταβατζήδες, τους μαλάκες δηλαδή όλα τα κακώς κείμενα και τα στερεότυπα της κοινωνίας, όπως τα έβλεπε εκείνος.

Επίσης έγραψε τραγούδια για την φιλία, τους εξεγερμένους, τους απόκληρους, τον ελεύθερο έρωτα κ.α.

Το τραγούδι του «Ο Γορίλας», απαγορεύτηκε για πολλά χρόνια από το ραδιόφωνο. Ο γορίλας σπάει τα δεσμά του, βουτάει τον δικαστή και τον «σκίζει». Ουσιαστικά εννοούσε την απανθρωπιά των δικαστών που καταδίκαζαν κάποιον κατηγορούμενο σε θάνατο με μεγάλη ευκολία.


Το καΐκι με τους παλιούς φίλους (Les copains d' abord)


...Ό,τι κι αν λένε στα λιμάνια

κάποιοι που σπέρνουνε ζιζάνια

δεν ήταν δα "ψαροκασέλα"

για τα πήγαιν' έλα.

Έπλεε σαν γέρο γλεντζές:

ίσια μπροστά μα με στροφές

και τ' όνομά του ξακουστό:

"Είμαστε όλοι εδώ". 


Τι κι αν ο άνεμος φορτσάρει

μπορεί να γέρνει, δεν φουντάρει

κι ας βγει το μάτι όποιου γρουσούζη

βασκανίες σκούζει...

Κι ο καπετάνιος, τα ναυτάκια

δεν ήτανε καθαρματάκια

μα φιλαράκια από καιρό

κι "Όλοι τους εδώ!"


Μόνος δεσμός τους η φιλία

με Σόδομα σχέση καμία

δεσμός αντρίκιος δυνατός

αδελφοποιητός

δεν ήταν φίλοι "ευκαιρίας"

ούτε άσωτοι πολυτελείας

ήταν αδέλφια, κολλητοί

και "άπαντες εκεί!"


Δεν ήταν του γλυκού νερού

μήτε του κατηχητικού

κι αρμένιζαν με την καρδιά

μ' όρτσα τα πανιά...

Ο Λίας, ο Νίκος κι όλοι οι άλλοι

σήκωσαν στης ζωής την πάλη

λάβαρο, σύνθημα, ρητό:

"Όλοι μας εδώ!"


Κι αν έρχονταν αναποδιές

μπουρίνια, φουσκοθαλασσιές

με τη φιλία για πυξίδα

κι αν τους εζώναν οι ακεφιές

δεν ψάχναν ψυχαναλυτές,

στέλναν στους φίλους ες-ο-ες,

και ήταν επαρκές.


Στις θερινές μας εξορμήσεις

ήταν - δεν ήταν, καιροί κρίσης

αν έλειπε κάποιος κοπρίτης

θα' τανε μακαρίτης...

Μα θα ήτανε άκων, εκών

πάντα στη σκέψη μας παρών,

και -πείσμα σου ζωή μπαμπέσα-,

στην καρδιά μας μέσα.


Μπήκα και σ' άλλα τρεχαντήρια

μα μόνο τούτο στα ταξίδια

ποτέ δεν έχανε τη ρότα

κι άμα θέλεις ρώτα...

Έπλεε σαν γέρο γλεντζές:

ίσια μπροστά μα με στροφές

και τ' όνομά του ξακουστό

"Είμαστε όλοι εδώ!"


Ως άντρας ο Μπρασσένς είχε πολλές κατακτήσεις. Προτιμούσε όμως τις μεγαλύτερες γυναίκες, όπως η Jeanne η σπιτονοικοκυρά του που τον περνούσε τριάντα χρόνια.

Η σύντροφος όμως της ζωής του ήταν η Joha Heiman, εννέα χρόνια μεγαλύτερή του, που όμως δεν την παντρεύτηκε ποτέ, αλλά ούτε και συγκατοίκησαν, υπακούοντας μέχρι το τέλος στις αναρχικές του πεποιθήσεις. Έγινε όμως η μούσα του και έμειναν μαζί μέχρι το θάνατό του.

Στην καθημερινότητά του, διατήρησε την απλότητά του μέχρι το τέλος. Δεν τον ενδιέφεραν τα πλούτη και τα σαλόνια.

Αν και απ’ τις αρχές της δεκαετίας του ’50, τα οικονομικά του ήταν πολύ καλά, συνέχισε να ζει στο φτωχόσπιτο της Jeanne.

 

Στο σπίτι της Jeanne

Κάποια στιγμή αγόρασε ένα μικρό δικό του σπίτι και μετακόμισε, αλλά προηγουμένως φρόντισε εκείνη να έχει όλες τις σύγχρονες ανέσεις.

Τα χρήματα που κέρδιζε τα ξόδευε για να φροντίζει τους αγαπημένους φίλους και συγγενείς και να υποστηρίζει τις αναρχικές ομάδες.

Δεν του άρεσαν οι εκδηλώσεις θαυμασμού και λατρείας από τον κόσμο. Κάποιοι τον χαρακτήριζαν σνομπ και άλλοι συνεσταλμένο. Δεν του άρεσε ποτέ η προβολή και ακόμα και πάνω στη σκηνή αισθανόταν ψυχολογικά πιεσμένος.

Δεν έδινε ιδιαίτερη προσοχή στην υγεία του. Η ψυχολογική πίεση που ασκούσε πάνω του η προβολή και η σκηνή του προκαλούσε βουλιμίες.

Άφησε την τελευταία του πνοή, από καρκίνο, στις 29 Οκτωβρίου του 1981, σε ηλικία 60 χρονών. 

ΠΗΓΕΣ:  



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου