Αναρτήσεις

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Η μηλόπιτα του Ρομπέρ




Ο  Ρομπέρ ήταν Γάλλος, παντρεμένος χωρίς παιδιά. Είχε ένα φίλο Έλληνα, τον Άγγελο, και αυτός ήταν ο λόγος που ερχόταν συχνά στα μέρη μας. Προχωρημένης ηλικίας, χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις και οι δυο, τα είχαν βρει μια χαρά μεταξύ τους.
Τον Ρομπέρ δεν τον γνώρισα ποτέ από κοντά. Γνώρισα όμως τον κολλητό του τον Άγγελο. Καλοφαγάδες και της περιπέτειας, είχαν μεγάλη έφεση και στην κουζίνα. Όταν βρίσκονταν μαζί, του έδιναν και καταλάβαινε.
Απ' τις αρχές του καλοκαιριού, έπαιρναν ο καθένας το καράβι του, σήκωναν τα πανιά και αρμένιζαν στο Αιγαίο. Τους κορόιδευαν οι άλλοι, οι πιο νέοι, όταν έπιαναν λιμάνι γιατί οι "πανιάδες" (αυτοί που έχουν σκάφος με πανιά) αποτελούσαν κόκκινο πανί για τους υπόλοιπους σκαφάτους. Τους θεωρούσαν οπισθοδρομικούς,  ξεπερασμένους, που θέλουν σώνει και καλά να ταλαιπωρούνται με όλες αυτές τις διαδικασίες ναυσιπλοΐας του παλιού καιρού που η τεχνολογία σήμερα έχει τόσο πολύ απλοποιήσει. Όμως οι δυο φίλοι δεν έπαιρναν καμιά ευχαρίστηση απ' αυτό. Ήθελαν να πλένουν μόνοι τους το κατάστρωμα, να διορθώνουν μόνοι τους τις βλάβες, να διαβάζουν τους χάρτες να μιλάνε με τη θάλασσα. Έτσι, κάθε άνοιξη κατέβαιναν στο καρνάγιο που έβγαζαν τα σκάφη τους το προηγούμενο φθινόπωρο και άρχιζαν τις εργασίες. Αρχές Ιουνίου έριχναν ξανά τα πλοία στη θάλασσα και σήκωναν πανιά. Η εμπειρία τους τεράστια.
-Γιατί δυο πλοία αφού μπορούσατε να ταξιδεύετε με ένα;" ρώτησα κάποια στιγμή τον Άγγελο.
- Δεν είχε γούστο έτσι. Ταξιδεύαμε για την ηρεμία, την επαφή με το νερό, τον αέρα. Αυτά τα ταξίδια ήταν προσωπική υπόθεση του καθενός μας. Μετά, στα λιμάνια, βρισκόμασταν και κάναμε πράγματα μαζί. Ψωνίζαμε τα χρειαζούμενα, καθαρίζαμε και τα ψάρια που είχαμε πιάσει και μαγειρεύαμε. Φαγητό στο κατάστρωμα, πότε του ενός και πότε του άλλου, κρασάκι και ανταλλαγή εμπειριών απ’ το ταξίδι. Έτσι μας άρεσε. Μερικές φορές φτιάχναμε φαγητά που σκεφτόμασταν εκείνη τη στιγμή. Όπως αυτή τη μηλόπιτα που την επινόησε ο Ρομπέρ για να γλυτώσει από τα πολλά σκεύη. Χρειάζεσαι μόνο ένα τηγάνι και ένα ταψί.» μου είπε και μου έγραψε τη συνταγή πάνω σε μια χαρτοπετσέτα.
Την τροποποίησα λιγάκι για να την κάνω πιο «υγιεινή».


ΥΛΙΚΑ

6 ξινόμηλα (προτιμώ τα μπανανόμηλα γιατί είναι πιο γλυκά)
1 πακέτο σφολιάτα Κανάκη κόκκινη 
2 κουτ. σούπας βούτυρο (προτιμώ το Κερκύρας ) 
Ζάχαρη κρυσταλλική (προτιμώ την καφέ ζάχαρη με μελάσα, είναι κάπως υγρή)
Λίγες σταφίδες (προαιρετικά) μαύρες για περισσότερα αντιοξειδωτικά.
Λίγο καρύδι κοπανισμένο (προαιρετικά) για Ω3 λιπαρά. 
Ζάχαρη άχνη 
Κανέλα σκόνη (κατά προτίμηση Κεϋλάνης γιατί είναι η μόνη αυθεντική)
1 αυγό

1 βανίλια για επιπλέον άρωμα αν δεν το σβήσετε με λικέρ ή βότκα.

ΕΚΤΕΛΕΣΗ (15 λεπτά + ψήσιμο 20-25 λεπτά) 
Αφήνουμε τη σφολιάτα εκτός ψυγείου να ξεπαγώσει. 
Καθαρίζουμε τα μήλα και τα κόβουμε μικρά κομματάκια. 
Τα βάζουμε σ΄ένα μεγάλο τηγάνι μαζί με το βούτυρο,  
τη ζάχαρη και την κανέλα. 
Κανέλα για να πάρει χρώμα και άρωμα και 
ζάχαρη, ανάλογα με το πόσο γλυκιά τη θέλουμε. 
Τα αφήνουμε στη φωτιά μέχρι να "μαραθούν" και να δημιουργήσουν ένα ομοιόμορφο μείγμα. 
Το μείγμα των μήλων είναι έτοιμο όταν μελώσει και σκουρύνει 
Αν θέλουμε, μπορούμε να το σβήνουμε με λικέρ ή βότκα 
ή με όποιο άλλο είδος αλκοόλ μας αρέσει. 
Όταν κρυώσει λίγο, ανοίγουμε τις σφολιάτες (έχει δυο κομμάτια η συσκευασία) και μοιράζουμε το μείγμα στο κάθε κομμάτι. Το κλείνουμε φάκελο και το τοποθετούμε στο ταψί. 
Αλείφουμε με κρόκο αυγού και λίγη κρυσταλλική ζάχαρη. 
Αν δεν θέλουμε να ψήσουμε και τα δυο κομμάτια, βάζουμε το άλλο στην κατάψυξη για την επόμενη φορά. 
Ψήνουμε σε 200 βαθμούς ώσπου να φουσκώσει και να πάρει από πάνω ένα σκούρο χρώμα 
(περίπου 20-25 λεπτά). 
Όταν είναι έτοιμο, το βγάζουμε από το φούρνο και ρίχνουμε από πάνω άχνη και κανέλα.  
Αν το έχουμε έτοιμο στην κατάψυξη, από άλλη φορά, το βάζουμε κατευθείαν στο φούρνο - όπως είναι παγωμένο - αλλά θα χρειαστεί 5 λεπτά παραπάνω ψήσιμο. 
Διατηρείται εκτός ψυγείου 24 ώρες, μετά αρχίζει και "πανιάζει", αλλά, μην φοβάστε, δεν θα μείνει για να πανιάσει :)



Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018

Τι είναι η δημιουργική γραφή;



"...Όταν πέρασα τα πενήντα, δε με ενοχλούσε πια το γεγονός, όπως ενοχλεί πολλούς λογίους, ότι η γραφή μου δεν ανήκε στο «δημιουργικό» είδος.
Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ο Όμηρος θεωρείται δημιουργικός συγγραφέας, και όχι ο Πλάτωνας. Γιατί ένας κακός ποιητής είναι δημιουργικός συγγραφέας, ενώ ένας καλός επιστημονικός δοκιμιογράφος δεν είναι;
Στα γαλλικά διακρίνουμε τον ecrivain- αυτόν που γράφει «δημιουργικά» κείμενα, όπως ένας μυθιστοριογράφος ή ένας ποιητής- από τον ecrivant, αυτόν που καταγράφει γεγονότα, όπως ένας τραπεζικός υπάλληλος ή ένας αστυνομικός που ετοιμάζει μια αναφορά για ένα έγκλημα.

Τι είδους συγγραφέας είναι ο φιλόσοφος;
Θα λέγαμε ότι ο φιλόσοφος είναι ένας επαγγελματίας συγγραφέας του οποίου τα κείμενα μπορούν να συνοψιστούν ή να μεταφραστούν δίχως να χάσουν όλο το νόημα, ενώ τα κείμενα των δημιουργικών συγγραφέων δεν μπορούν να μεταφραστούν ή να παραφραστούν πλήρως. Παρότι όμως είναι σίγουρα δύσκολη η μετάφραση ποίησης και μυθιστορημάτων, εννιά στους δέκα αναγνώστες παγκοσμίως έχουν διαβάσει το Πόλεμος και ειρήνη ή τον Δον Κιχώτη σε μετάφραση και πιστεύω πως ένας μεταφρασμένος Τολστόι είναι πιο πιστός στο πρωτότυπο από μια αγγλική μετάφραση του Χάιντεγκερ ή του Λακάν. Είναι ο Λακάν πιο «δημιουργικός» από τον Θερβάντες;

H διαφορά δεν μπορεί να εκφραστεί ούτε και με βάση την κοινωνική λειτουργία ενός δεδομένου κειμένου. Τα κείμενα του Γαλιλαίου έχουν ασφαλώς μεγάλη φιλοσοφική και επιστημονική σπουδαιότητα, αλλά στα ιταλικά λύκεια μελετώνται ως υπόδειγμα δημιουργικής γραφής- ως στιλιστικά αριστουργήματα.

Ας υποθέσουμε ότι είστε βιβλιοθηκάριος και ότι αποφασίζετε να τοποθετήσετε τα επονομαζόμενα δημιουργικά κείμενα στην Αίθουσα Α και τα επονομαζόμενα επιστημονικά κείμενα στην Αίθουσα Β.
Θα ταξινομούσατε άραγε τα δοκίμια του Αϊνστάιν μαζί με τις επιστολές του Έντισον προς τους χρηματοδότες του, και το «Oh Susanna!» με τον Άμλετ;

Έχει ειπωθεί ότι οι «μη δημιουργικοί» συγγραφείς, όπως ο Λινναίος και ο Δαρβίνος, ήθελαν να μεταδώσουν αληθείς πληροφορίες για τις φάλαινες ή τους πιθήκους, ενώ ο Μέλβιλ έγραψε για μια λευκή φάλαινα και ο Μπάρροουζ αφηγήθηκε την ιστορία του Ταρζάν, απλώς παρίσταναν  ότι δήλωναν την αλήθεια, ενώ στην πραγματικότητα επινοούσαν ανύπαρκτες φάλαινες και μαϊμούδες, και δεν ενδιαφέρονταν για τις πραγματικές.

Μπορούμε άραγε να πούμε αναμφισβήτητα ότι ο Μέλβιλ, όταν αφηγήθηκε την ιστορία μιας ανύπαρκτης φάλαινας, δεν είχε την πρόθεση να πει κάτι αληθές σχετικά με τη ζωή και τον θάνατο, ή σχετικά με την ανθρώπινη υπερηφάνεια και ξεροκεφαλιά;

Είναι προβληματικό να ορίσουμε ως «δημιουργικό» έναν συγγραφέα που απλώς μας λέει πράγματα τα οποία αντιτίθεται στα γεγονότα.

Ο Πτολεμαίος είπε κάτι αναληθές σχετικά με την κίνηση της Γης.
Πρέπει άραγε να ισχυριστούμε ότι ήταν πιο δημιουργικός από τον Κέπλερ;

Η διαφορά έγκειται, μάλλον, στους αντιτιθέμενους τρόπους με τους οποίους οι συγγραφείς μπορούν να ανταποκρίνονται στις ερμηνείες των κειμένων τους.
Αν έλεγα σε έναν φιλόσοφο, σε έναν επιστήμονα, σε έναν κριτικό τέχνης: «Έγραψες το τάδε και το δείνα», ο συγγραφέας θα μπορούσε πάντα να απαντήσει: «Παρανόησες το κείμενό μου. Είπα ακριβώς το αντίθετο».
Αν όμως ένας κριτικός ερμήνευε μαρξιστικά το "Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο" - φέρ' ειπείν, ότι, στο απόγειο της κρίσης της παρακμασμένης αστικής τάξης, η απόλυτη αφοσίωση στο βασίλειο της μνήμης αναγκαστικά απομόνωσε τον καλλιτέχνη από την κοινωνία - ο Προυστ μπορεί να μην ικανοποιούνταν με αυτή την ερμηνεία, αλλά θα δυσκολευόταν να την διαψεύσει.

Οι δημιουργικοί συγγραφείς -ως έλλογοι αναγνώστες του ίδιου τους του έργου - έχουν ασφαλώς το δικαίωμα να αμφισβητούν μια παρατραβηγμένη ερμηνεία. Σε γενικές όμως γραμμές πρέπει να σέβονται τους αναγνώστες τους, καθώς έχουν ρίξει το κείμενό τους στον κόσμο σαν ένα μήνυμα σε μπουκάλι, τρόπος του λέγειν.

Μόλις δημοσιεύσω ένα κείμενο περί σημειωτικής, αφιερώνω τον χρόνο μου είτε με το να αναγνωρίζω πως έσφαλλα είτε με το να δείχνω πως όσοι δεν το κατανόησαν όπως το εννοούσα προέβαιναν σε μια παρανάγνωσή του.
Απεναντίας, μόλις δημοσιεύσω ένα μυθιστόρημα, αισθάνομαι κατ' αρχήν την ηθική υποχρέωση να μην αμφισβητώ το πώς το ερμηνεύουν οι άνθρωποι (αλλά και να μην ενθαρρύνω καμία από τις ερμηνείες του).

Αυτό συμβαίνει - και εδώ αναγνωρίζουμε την πραγματική διαφορά μεταξύ δημιουργικής και επιστημονικής γραφής - επειδή σε ένα θεωρητικό δοκίμιο συνήθως θέλει κανείς να αποδείξει μια συγκεκριμένη θέση ή να δώσει μια απάντηση σε ένα δεδομένο πρόβλημα.

Σε ένα ποίημα ή σε ένα μυθιστόρημα, αντιθέτως, θέλει κανείς να αναπαραστήσει τη ζωή μέσα σε όλη της την ασυνέπεια.
Θέλει να στήσει μια σειρά από αντιφάσεις, να τις καταστήσει εναργείς και έντονες.
Οι δημιουργικοί συγγραφείς ζητούν από τους αναγνώστες τους να δοκιμάσουν μια λύση, δεν προσφέρουν μια οριστική συνταγή (εκτός από τους κακόγουστους και αισθηματολόγους συγγραφείς, που αποβλέπουν στη φτηνή παρηγοριά).
Γι' αυτό και όταν έδινα ομιλίες για το πρώτο μου μυθιστόρημα, που μόλις είχε δημοσιευτεί, έλεγα ότι μερικές φορές ένας μυθιστοριογράφος μπορεί να λέει πράγμα που ένας φιλόσοφος δεν μπορεί .....

Θα λέγαμε πως, βάζοντας στην άκρη τη δημιουργικότητα, πολλοί μελετητές έχουν νιώσει την παρόρμηση να αφηγηθούν ιστορίες και λυπούνται που δεν μπορούν να το κάνουν - γι' αυτό και τα συρτάρια πολλών καθηγητών πανεπιστημίου είναι γεμάτα με κακά αδημοσίευτα μυθιστορήματα.

Με τα χρόνια, ικανοποίησα το κρυφό μου πάθος για την αφήγηση με δύο διαφορετικούς τρόπους: πρώτον, ασχολούμενος με την προφορική αφηγηματικότητα, λέγοντας ιστορίες στα παιδιά μου (έτσι ένιωσα κάπως χαμένος όταν μεγάλωσαν και γύρισαν από τα παραμύθια στη ροκ μουσική), δεύτερον, φτιάχνοντας μια αφήγηση μέσα από κάθε κριτικό δοκίμιο.

Όταν παρουσίασα τη διδακτορική διατριβή μου στην αισθητική του Θωμά Ακινάτη - ένα πολύ αμφιλεγόμενο θέμα, καθώς εκείνη την εποχή οι μελετητές πίστευαν πως δεν υπάρχουν αισθητικοί στοχασμοί στο ογκώδες έργο του -, ένας από τους εξεταστές μου με κατηγόρησε για «αφηγηματική πλάνη». Είπε ότι ένας ώριμος μελετητής, όταν ξεκινά να κάνει μια έρευνα, αναπόφευκτα προχωρά με τη δοκιμή και το λάθος, διατυπώνοντας και απορρίπτοντας διάφορες υποθέσεις, όμως στο τέλος της έρευνας, όλες αυτές οι προσπάθειες θα πρέπει να έχουν χωνευτεί και ο μελετητής θα πρέπει να παρουσιάσει μόνο τα συμπεράσματα.
Αντιθέτως, είπε, εγώ αφηγούμουν την ιστορία της έρευνάς μου λες και ήταν ένα αστυνομικό μυθιστόρημα.
Η αντίρρηση έγινε σε φιλικό ύφος, και μου υπέβαλε τη θεμελιώδη ιδέα ότι όλα τα ευρήματα μιας έρευνας πρέπει να τα «αφηγείται» κανείς με αυτό τον τρόπο.

Κάθε επιστημονικό βιβλίο πρέπει να έχει τη μορφή της αστυνομικής ιστορίας.
Και πιστεύω πως αυτό το έκανα σε όλα τα επακόλουθα ακαδημαϊκά μου έργα.»
..................................




Ουμπέρτο Έκο «Εξομολογήσεις ενός νέου μυθιστοριογράφου» εκδόσεις Πατάκη, μετάφραση Γιώργος Λαμπράκος Νοέμβριος 2011"

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2018

Αναζητείται γυναίκα μετρίου αναστήματος με γυαλιά μυωπίας.


Δεν έχει γυρίσει. Ακόμα να γυρίσει. Αν είναι δυνατόν!



"Όσο μεγαλώνω τόσο μεγαλώνει μέσα μου και η άρνηση να μπω στην κουζίνα. Το να μπω εκεί και να περάσω 2-3 ώρες μαγειρεύοντας μου δένει κόμπο το στομάχι. Δε θέλω να βλέπω άλλο κατσαρόλες τηγάνια και πιάτα στο νεροχύτη.
Βαρέθηκα να μαγειρεύω (!!!) και όσα θαυμαστικά και να βάλω στο τέλος δε φτάνουν για να δηλώσουν τη βαθιά αποστροφή μου.
Έρχεται όμως η στιγμή που με πιάνει πείνα. Ε, ούτε αυτό είναι ικανό να με πείσει  να μαγειρέψω.

Όταν ξημερώνει η μέρα το πρώτο πράγμα που σκέφτομαι είναι πώς θα την βγάλω καθαρή από μαγειρέματα. 
Κάτι πρέπει να φάμε, εντάξει, αλλά τί; Κάτι που να μη χρειάζεται να λερώσω πάλι κατσαρόλες και τηγάνια και να βγάλω όλα τα πιάτα άπλυτα στο νεροχύτη. 
Έτσι, καταλήγω στη σωτήρια λύση της σαλάτας ή του γιαουρτιού, ή του σάντουιτς με γαλοπούλα και τυρί και τα φρούτα με γιαούρτι μια χαρά είναι. Υπολογίζω θερμίδες, διατροφική αξία και θρεπτικά συστατικά, κάνω τις αλχημείες μου και να το  ιδανικό γεύμα! Για μένα. Γιατί οι υπόλοιποι είναι κρεατοφάγοι, τρώνε κανονικά και δε βολεύονται με τις δικές μου διατροφικές κομπίνες. Οπότε μπαίνω αναγκαστικά στην κουζίνα και αρχίζω. 
Άντε πάλι να καθαρίσω τα καρότα, τα χόρτα, τις πατάτες, άντε πάλι το κλάμα με τα κρεμμύδια, άντε πάλι να τρίψω το τυρί στον ψιλό τρίφτη γιατί χοντροκομμένο δε δένει καλά με τα μακαρόνια, ο ένας τρώει  την ντομάτα μαγειρεμένη αλλά ο άλλος δεν τη θέλει με τίποτα. Ο ένας τρώει μόνο μαύρο ρύζι ο άλλος δε θέλει ούτε να το βλέπει. Ο ένας θέλει το κοτόπουλο τηγανητό με πιπεριές ο άλλος μόνο ψητό λαδολέμονο και πάει λέγοντας. 
Κι όταν όλα τα σκεύη έχουν μπει στη φωτιά και έχει γεμίσει ο τόπος με μισοκομμένα λαχανικά, και φλούδες από πατάτες  και κρεμμύδια, ορμάει απροειδοποίητα ο μαύρος σίφουνας (έτσι έρχεται πάντα το κακό, απροειδοποίητα) και αρχίζει τις επιδρομές στα πόδια μου. Τα αγκαλιάζει με τα μπροστινά δικά της και τα κλωτσάει με τα πίσω της- συγχρόνως – ενώ με δοκιμάζει με τα δόντια της για να δει αν τρώγομαι.
Με το ένα χέρι να ανακατεύω το ρύζι να μην κολλήσει, να κάνω ακροβατικό με το ελεύθερο πόδι για να ανοίξω με το άλλο χέρι το ψυγείο ενώ τα πόδια χορεύουν πεντοζάλι για να αποφύγουν τα «αγκαλιάσματα» της Ζούγκλας. Νιώθεις τί σου λέω; Μη μου πεις κουβέντα! Σουτ..κουβέντα! Δεν μαγειρεύω σήμερα. Το αποφάσισα. 
Θα πάρω την ομπρέλα μου, θα βάλω τις ψείρες μου στ’ αυτιά και θα βγω για περπάτημα. Θα ακολουθήσω ένα δρόμο στην τύχη και όπου με βγάλει. Μη ρωτάς! Δεν ξέρω πότε θα γυρίσω. 
Αν με βάλουν στο amber alert  «αναζητείται γυναίκα μετρίου αναστήματος με ομπρέλα και γυαλιά μυωπίας» να κάνεις το κορόιδο. Δε με ξέρεις δε με είδες."

Όλα μαζεμένα μου τα είπε η Άλλη και έκλεισε το τηλέφωνο. Δεν πρόλαβα ούτε λέξη να της πω, να τη συνετίσω, να μαζέψει τα μυαλά της, με τόσο αέρα που έχουν πάρει. Ούτε μια λέξη! Αν είναι δυνατόν! 
Κι ακόμα να γυρίσει..








Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2018

O Σαιν Ζυστ, ο Γιάννης και η Ραμνούντα.












Ραμνούντα, παραλία, προ αμνημονεύτων χρόνων, βράδυ, φωτιά ...τα κλασσικά.
Εκείνος, ο Γιάννης, σαράντα πατημένα, με τη Γαλλιδούλα του και το μικρό του γιο, σκηνίτης.
 Μετρίου αναστήματος, πολύ λεπτός, νευρικός, έξυπνος, ανήσυχος.
Η Γαλλιδούλα δεν φαινόταν ιδιαίτερα ευτυχισμένη, κάπως υποτονική, υπάκουη να το πω ;
 Εκείνο το βράδυ κοιμήθηκαν όλοι νωρίς. Θάλασσα όλη μέρα, μπες - βγες στη σκηνή απόκαμαν τα γυναικόπαιδα.
Μείναμε οι δυο μας δίπλα στη φωτιά είχε βάλει και λίγη ψύχρα, το φεγγάρι αρμένιζε και η θάλασσα λάδι.
Κάπνιζε πολύ και είχε όρεξη για κουβέντα. Για ύπνο, ούτε λέξη. Αρχίσαμε να συζητάμε. Το καλύτερό μου! Εμένα μου άρεσε ν' ακούω και σ' εκείνον άρεσε να μιλάει.
Κουμπώσαμε.

- Που λες Μαρία εκείνα τα χρόνια θα μου μείνουν αλησμόνητα.
Παρίσι, αναρχία, Πωλ Σαρτρ, πορείες...
Του ζήτησα να μου πει περισσότερα. Δεν χόρταινα να ακούω. Κουσούρι εκ γενετής.
 Μου μίλησε για τη Δημοκρατία, τη Γαλλική Επανάσταση, τον Υπαρξισμό, το όνειρό του, να φτιάξει ένα σπίτι από γυάλινα άδεια μπουκάλια αναψυκτικών!!
Το σχέδιό του -το όραμά του καλύτερα - ήταν οι νέες πηγές ενέργειας, η αυτοδιαχείριση σε όλους τους τομείς. Ένα σπίτι λοιπόν που να έχει μόνωση, φως, ζέστη το χειμώνα, να μην κοστίζει σχεδόν τίποτα η κατασκευή του και κυρίως να σέβεται το περιβάλλον. Όλα αυτά αρχές του '80.
 Όταν άρχιζε να μιλάει γι' αυτό το θέμα, ξεχνούσε να σταματήσει.

Ο Γιάννης σπούδαζε αρχιτεκτονική στην  Beaux-Arts  την μαγική  εποχή του '68, ακολούθησε μια πορεία συνειδητοποίησης, επέστρεψε στην Ελλάδα και μπήκε στο δικηγορικό γραφείο του πατέρα του ως υπάλληλος. Την αρχιτεκτονική δεν την άσκησε ποτέ, από άποψη. Έτσι έλεγε τουλάχιστον. Αρνιόταν να ακολουθήσει την πεπατημένη -καριέρα, λεφτά, επιτυχία.
 Ήταν πολύ ιδιόρρυθμος και σχεδόν ασκητικός.

Φανατικός πολέμιος του Καπιταλισμού : «Θα'ρθει μια μέρα που θα δημιουργηθεί μια νέα κοινωνική τάξη στην Ευρώπη, η τάξη των ανέργων.Θα είναι εκατομμύρια οι άνεργοι, και απ' αυτή την τάξη θα ξεκινήσει η επανάσταση που θα αλλάξει τα πάντα.»

Τα λόγια του δεν τα ξέχασα. Με είχαν εντυπωσιάσει τόσο πολύ τότε, μου ακούγονταν τόσο ξωτικά που δεν ήταν δυνατόν να τα ξεχάσω.
 Σήμερα, που τα πράγματα τον επαληθεύουν, έχω πολλούς λόγους να τα ξαναθυμάμαι.
Οι άνεργοι στην Ευρώπη είναι πλέον εκατομμύρια και πράγματι έχει δημιουργηθεί μια καινούργια κοινωνική τάξη - οι νεόπτωχοι- που έχει στους κόλπους της άτομα απ' όλες τις υπόλοιπες με κοινό παρονομαστή την ανεργία, τη φτώχεια, την εξαθλίωση αν και το πνευματικό τους επίπεδο είναι κατά κανόνα υψηλό. 

Περασμένα μεσάνυχτα άρχισε να μου μιλάει για τον Σαιν Ζυστ. 
Αυτός ο νεαρός επαναστάτης, ηγετικό πρόσωπο της Γαλλικής Επανάστασης κέρδισε γρήγορα τον θαυμασμό μου.



Ο Σαιν Ζυστ ήταν μόλις είκοσι δύο χρονών όταν ξέσπασε η Επανάσταση. Πέθανε στη λαιμητόμο στα είκοσι έξι του χρόνια (25 Αυγούστου 1767 - 28 Ιουλίου 1794).
 Ποιητής και συγγραφέας, ένας από τους ηγέτες του κόμματος των "Ορεινών" Ιακωβίνων και αχώριστος φίλος του Ροβεσπιέρου, υπήρξε ο δεύτερος σε μέγεθος επαναστάτης της Γαλλικής Επανάστασης παρά το νεαρό της ηλικίας του, ενσαρκώνοντας ό,τι πιο αγνό είχε να επιδείξει εκείνη η φοβερή εποχή.
 Επιβλητικός με όμορφο πρόσωπο, δυνατή και μελαγχολική έκφραση, βλέμμα σταθερό και διαπεραστικό και μαύρα μακριά μαλλιά, αυστηρός με τους ανθρώπους. 
«αν και αγαπούσε τον λαό, δεν κολάκευε τις αδυναμίες του ... αλλά ήθελε να του προσφέρει άνεση, κάνοντάς τον αξιοπρεπή και σοβαρό»
και αφοσιωμένος στον Ροβεσπιέρο 
«εκείνο που τον είχε τραβήξει κοντά στον Ροβεσπιέρο, ήταν η φήμη του για τον αδιάφθορο και ακέραιο χαρακτήρα του, η αυστηρή ζωή του και οι ιδέες του που συμφωνούσαν απολύτως με τις δικές του».
Έλεγε:
 «Aυτοί που κάνουν επαναστάσεις στον κόσμο, αυτοί που θέλουν να κάνουν το καλό, δεν πρέπει να αναπαύονται παρά μόνο μέσα στον τάφο».

 «Σύντομα τα φωτισμένα έθνη θα δικάσουν όλους αυτούς που έως τώρα τα κυβερνούσαν. Οι βασιλιάδες θα καταφύγουν στην έρημο, συντροφιά με τα άγρια θηρία που τους μοιάζουν και η Φύση θα ανακτήσει τα δικαιώματά της», διακήρυσσε στις 24 Απριλίου 1793.

«Πρέπει να μάθουμε να είμαστε μετριόφρονες. Το μεγαλύτερο αγαθό είναι η χρηστότητα που δεν φαίνεται».

Ζητούσε την εγκαθίδρυση μίας αυθεντικής Δημοκρατίας, η οποία να στηρίζεται στην ισόποση διανομή των αγαθών, την πνευματική εξύψωση των πλατιών λαϊκών μαζών αλλά κυρίως στην Αρετή:

 «Εκείνοι που πρόκειται να κυβερνούν την Δημοκρατία, θα πρέπει να είναι υποδείγματα Αρετής και τιμιότητας»

«Σε καιρούς αλλαγών, ό,τι δεν είναι νέο είναι ολέθριο.»
Εισηγήθηκε τα περίφημα «Διατάγματα Βεντόζ» («Decrets de Ventose», Φεβρουάριος και Μάρτιος 1974) με τα οποία η Επανάσταση δρομολόγησε την διανομή στους φτωχούς πατριώτες των δημευμένων αγαθών των εχθρών της: 

«Η ιδιοκτησία εκείνων που αποδείχθηκαν εχθροί της επανάστασης δημεύεται προς όφελος της Δημοκρατίας».

«Η Δημοκρατία θα τιμά την Θεότητα, την Φύση και τον Λαό.
Την πρώτη ημέρα του μήνα Φλορεάλ (του μήνα της άνθισης, 20 Απριλίου - 19 Μαϊου) θα τιμά την Θεότητα, τον Έρωτα και τον Συζυγικό Δεσμό...
Και κάθε χρονιά, σε αυτή την πρώτη ημέρα του Φλορεάλ, τα μέλη της κάθε κοινότητας θα διαλέγουν μεταξύ τους, μέσα στον Ναό τους, έναν νέο, ευκατάστατο, ενάρετο και αρτιμελή άνδρα, ηλικίας μεταξύ 21 και 30 ετών, ο οποίος με την σειρά του θα διαλέγει ως σύζυγο μία φτωχή κοπέλα, σε αιώνια ανάμνηση της ισονομίας των ανθρώπων» 

Αυτά είναι λίγα από τα πολλά που διακήρυττε ο Σαιν Ζυστ την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης.

Συνελήφθη μαζί με τον Ροβεσπιέρο και τους άλλους ομοϊδεάτες τους στις 27 Ιουλίου 1794 (9η Θερμιδόρ, του έτους 2), καθώς προσπαθούσε να διαβάσει στην Εθνοσυνέλευση αναφορά για τους εντοπισμένους προδότες.
 Την επόμενη ημέρα, φορώντας χειροπέδες βάδισε μόνος του προς την λαιμητόμο δίπλα στον μισοπεθαμένο Ροβεσπιέρο, επιδεικτικά ήρεμος και γαλήνιος, προκαλώντας δέος στους δήμιους και στο συγκεντρωμένο πλήθος, στο οποίο δήλωσε με υπερηφάνεια: 
«Δεν είναι τίποτε αυτή η σκόνη που αποτελεί το σώμα μου και τώρα σας μιλάει. Αυτήν λοιπόν τη σκόνη μόνο μπορείτε να βλάψετε και να θανατώσετε, σάς έχω αφαιρέσει όμως κάθε δυνατότητα να ληστέψετε την ελεύθερη ζωή που εγώ ο ίδιος χάρισα στον πραγματικό εαυτό μου στους αιώνες και στους ουρανούς» 

Πηγή: (Από το βιβλίο «Λαιμητόμος Αρετή. Ροβεσπιέρος - Σαιν Ζυστ - Κουτόν», εκδόσεις «Ανοιχτή Πόλη», Αθήνα, 2007).

Τον Γιάννη τον συνάντησα άλλες δυο φορές στην ίδια παραλία και μετά χαθήκαμε. Ήταν ένας από τους ανθρώπους που πήγε το μυαλό μου λίγο παραπέρα. 
Αυτό, συμβαίνει συχνά στη ζωή. Τα πιο σημαντικά συναπαντήματα να γίνονται τις πιο γλυκές ώρες, εντελώς τυχαία.



Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018

Μια στιγμή...



Κρυστάλλινη η σελήνη, δέκα ημερών, ανηφορίζει περήφανα το βασιλικό της δρόμο με συνοδεία την Αφροδίτη.
Διάσπαρτα σύννεφα με αχλή στις άκρες σπέρνουν μάγια στο δρόμο της.
Λοξοδρομεί
και σαν απρόσκλητος επισκέπτης 
τρυπώνει στην κρεβατοκάμαρα  
μετατρέποντας - σε μια στιγμή - το γυάλινο ποτήρι δίπλα μου, σε Άγιο Δισκοπότηρο...