-Θεούλη μου!!!
Το δοκάρι στεκόταν από πάνω της ετοιμόρροπο, και από κάτω
της έχασκε το μαύρο σκοτάδι. Στον απέναντι τοίχο μια αράχνη έπλεκε τον ιστό της
και στη γωνία ανάμεσα στο παράθυρο και το ταβάνι, μια ακίνητη σαύρα, την
κοιτούσε με νόημα.
"Εσύ τι κοιτάς;", βρήκε το θάρρος να τη ρωτήσει. Η σαύρα δεν
απάντησε, όπως ήταν αναμενόμενο, μόνο που η Μαργαρίτα δεν ήταν σε θέση να το
εκτιμήσει. Άλλωστε, συνήθιζε να μιλάει μόνη της. Πολλές φορές έλυνε τις
διαφορές της μονολογώντας. Η φωνή της, της έδινε πάντα την ψευδαίσθηση πως
υπήρχε κάπου, γύρω, ένας παθητικός ακροατής που δεν είχε άλλη δουλειά να κάνει
από το να κάθεται να την ακούει.
Αποφάσισε να ακολουθήσει άλλη διαδρομή για να φτάσει
στην κουζίνα. Περιμετρική. Εκεί που το πάτωμα φαινόταν πιο στέρεο. Τα βήματά της τα δοκίμαζε ξανά και ξανά με φόβο και πείσμα,
αλλά την ίδια στιγμή η λογική της την μάλωνε αυστηρά.
"Τι προσπαθείς να κάνεις;", της φώναζε μες στ’ αυτί της
εκκωφαντικά. Θέλεις να υποχωρήσει το πάτωμα και να γκρεμοτσακιστείς στο κατώι;
Το κατώι έχασκε σαν μαύρη τρύπα του κάτω κόσμου, αλλά κι ο
πάνω δεν ήταν καλύτερος.
Το ξανασκέφτηκε το εγχείρημα και αποφάσισε να τα παρατήσει
και να βγει πάλι έξω. Εκεί τουλάχιστον ήξερε τι θα αντιμετωπίσει. Υποχώρησε με αργά
και προσεκτικά βήματα, βαδίζοντας πάλι περιμετρικά και λέγοντας δυνατά το Πάτερ
Υμών. Μόλις κατάφερε να φτάσει στην εξώπορτα, ανάσανε με ανακούφιση κι έτρεξε
προς το αυτοκίνητο της. Μπήκε, έβαλε τις ασφάλειες και περίμενε.
Η νέα ιδέα και όλες οι συμμετοχές ΕΔΩ
Τι περίμενε;
Να έρθει κάποιος από το πουθενά; Να βάλει τις άτακτες
σκέψεις της σε τάξη; Να μετανιώσει για την ώρα και την στιγμή που ξεκίνησε; Αυτό το περιπετειώδες ταπεραμέντο της που την
ωθούσε πάντα στο αδιανόητο, κατάφερε κι αυτή τη φορά να κάνει το θαύμα του.
«Πωλείται παλιά αγροικία στην περιοχή Μηλιές της Βόρειας
Εύβοιας», έγραψε στην αγγελία και τη δημοσίευσε πριν καν δει τι ακριβώς θα
πουλήσει. Όταν το σκέφτηκε, αποφάσισε το ίδιο παρορμητικά να πάρει το
αυτοκίνητο και να έρθει να δει το παλιό σπίτι από κοντά. Ποιος να φανταστεί
τώρα, τι την περίμενε Γενάρη μήνα! Μα Γενάρη μήνα; Ναι Γενάρη μήνα με Αλκυονίδες.
Αλκυονίδες στην Αθήνα. Εδώ όμως; Και πού να ξέρω εγώ το «εδώ όμως»; Υπάρχει και το meteo.gr. Ναι, καλά…(ο μονόλογος πάλι!)
Μια κομψή νιφάδα εντελώς ακίνδυνη ήρθε και κόλλησε με νάζι
πάνω στο παρμπρίζ. Δεν την πρόσεξε καν. Έψαχνε απεγνωσμένα στην τσάντα της να
βρει ένα σνακ για να σταματήσει το τρέμουλο της πείνας. Τίποτα. Βρήκε όμως μια
τσίχλα φράουλα. Από το τίποτα καλή κι αυτή. Δεύτερη νιφάδα, πιο ζωηρή απ’ την πρώτη, κόλλησε στο παρμπρίζ. Η Μαργαρίτα
άνοιξε το παράθυρο του αυτοκινήτου και προσπάθησε να βάλει εμπρός τη μηχανή.
«Είναι καιρός να του δίνω». Μια, δυο προσπάθειες…τίποτα. Ξανά. Τίποτα.
"Μην προσπαθείς. Δεν θα πάρει", άκουσε να της λέει μια
αντρική φωνή και αμέσως ένιωσε τον άγνωστο να προσπαθεί να χώσει το
κεφάλι του μέσα απ’ το ανοιχτό τζάμι. Τρόμαξε κι έβαλε τις φωνές. Τρόμαξε κι εκείνος
απ’ την αντίδρασή της κι έκανε ένα βήμα πίσω.
"Ποιος είσαι;" τον ρώτησε η Μαργαρίτα κλείνοντας με
σπασμωδικές κινήσεις το τζάμι του παραθύρου. Ο άντρας κάτι είπε, αλλά εκείνη δεν
τον άκουσε και ξαναρώτησε.
"Ποιος είσαι; Τι θέλεις; Από πού ξεφύτρωσες εσύ;"
Δεν την άκουγε,
αλλά άρχισε να χειρονομεί έντονα προσπαθώντας να της πει κάτι. Οι νιφάδες στο
μεταξύ πύκνωσαν. Σε δευτερόλεπτα ένα λεπτό στρώμα πάχνης είχε καλύψει το παρμπρίζ
περιορίζοντας σημαντικά την ορατότητα της. Του φώναξε να φύγει. Δεν
την άκουγε. Το μόνο που εκείνος έβλεπε ήταν μια παλαβή γυναίκα που φώναζε χειρονομώντας
προς το μέρος του. Σήκωσε τους ώμους του κι απομακρύνθηκε. Εκείνη
κατατρομαγμένη προσπάθησε πάλι να βάλει εμπρός τη μηχανή, αλλά μάταια.
Απορροφημένη απ’ την προσπάθεια, ξαφνιάστηκε όταν είδε το χέρι του να καθαρίζει
το παρμπρίζ και να κολλάει πάνω του ένα χειρόγραφο σημείωμα.
"Μη φοβάσαι. Είμαι αγροφύλακας. Πάρε με τηλέφωνο. Θα είμαι
στο αυτοκίνητό μου 69735…". Τότε μόνον πρόσεξε η Μαργαρίτα το αγροτικό που ήταν
παρκαρισμένο πίσω της. Δίστασε για δευτερόλεπτα, αλλά τελικά αποφάσισε να τον
καλέσει.
"Έλα.." Η αγριοφωνάρα του της έκοψε το αίμα.
"Συγγνώμη για πριν. Με τρομάξατε".
"Το κατάλαβα. Τι κάνεις εδώ πάνω; Μόνη σου είσαι;"
"Για δουλειά ήρθα και τώρα φεύγω, αλλά η μηχανή δεν παίρνει
μπροστά".
"Βενζίνη έχεις;"
"Έτσι θα ερχόμουν από Αθήνα;"
"Απ' τις γυναίκες οδηγούς όλα τα περιμένω. Για κοίτα το λαμπάκι.
Ανάβει;"
"Όχι".
"Καλά, έρχομαι να δω αν μπορώ να..." Η σύνδεση διακόπηκε απότομα. Ο αγροφύλακας βγήκε από το αυτοκίνητό του και πλησίασε πάλι το δικό της. Στάθηκε στο παράθυρο και περίμενε. Περίμενε και η Μαργαρίτα από μέσα. Είχε ξυλιάσει από το κρύο. Της έκανε νόημα να ανοίξει το παράθυρο. Η Μαργαρίτα έφερε δυο γυροβολιές το κασκόλ στο λαιμό της και κούμπωσε μέχρι πάνω το μπουφάν που φορούσε. Μετά, κατέβασε λίγο το τζάμι και του είπε:
"Δείξε μου την ταυτότητά σου"
Ο αγροφύλακας σήκωσε τα χέρια του στον ουρανό ζητώντας προφανώς βοήθεια άνωθεν.
"Να στη δείξω αλλά κοίτα μη βάλεις πάλι τις φωνές γιατί, μα το Θεό, θα σε παρατήσω και θα φύγω", είπε και κόλλησε την ταυτότητα στο παράθυρό της. «Αντώνης Αποστολίδης – αγροφύλακας κ.λ.π κ.λ.π.».
" Ηρέμησες; Άνοιξε τώρα το παράθυρο να συνεννοηθούμε". Η Μαργαρίτα υπάκουσε χωρίς άλλες αντιρρήσεις.
"Για βάλε μπρος», της είπε απότομα.
"Σου είπα και πριν, δεν παίρνει".
"Βάλε μπρος κοπέλα μου που σου λέω!" Η Μαργαρίτα έκανε την προσπάθεια αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
"Για να δω την μπαταρία σου. Έχεις;" Είχε. "Ίσως είναι η μίζα.
Μπορεί και κάτι άλλο. Δεν ξέρω. Εδώ που είμαστε και μ’ αυτό τον καιρό δεν μπορώ
να κάνω πολλά. Έλα, θα σε κατεβάσω εγώ στο χωριό με το δικό μου".
"Δεν πάω πουθενά. Εδώ θα μείνω".
"Τι να κάνεις εδώ; Θα σε φάνε οι λύκοι".
"Έχει λύκους;" Ο αγροφύλακας χαμογέλασε πλατιά.
"Δεν έχει; Στο βουνό είσαι".
Η Μαργαρίτα το κλωθογύρισε στο μυαλό της και
στο τέλος αποφάσισε να δεχτεί την πρότασή του. Μπήκε στο αυτοκίνητό του και
ξεκίνησαν. Λίγα μέτρα πιο κάτω ο Αντώνης αναγκάστηκε να σταματήσει. Το χιόνι
έπεφτε με ορμή και είχε κλείσει το δρόμο. Ο δυνατός βοριάς πάγωνε ό,τι εύρισκε
στο πέρασμά του.
"Την πατήσαμε. Πρέπει να ζητήσω βοήθεια", είπε και έπιασε το κινητό του. Νεκρό. "Το κέρατό μου μέσα – συγγνώμη ρε κοπελιά – δεν έχει σήμα".
"Μήπως έμεινες από μπαταρία;" Η Μαργαρίτα βρήκε την ευκαιρία να πάρει τη ρεβάνς.
"Είναι φορτισμένο, σήμα δεν πιάνει". Εκείνη τον κοίταζε με απόγνωση και θυμό μαζί.
"Τι με κοιτάς έτσι; Εγώ φταίω;
Δώσε μου το δικό σου". Το ίδιο και το δικό της.
"Άντε πάμε πίσω, θα ξεπαγιάσουμε αν μείνουμε εδώ πέρα".
"Ενώ εκεί θα το γλυτώσουμε…", ειρωνεύτηκε η Μαργαρίτα. Αυτή τη
φορά δεν της απάντησε. Περιορίστηκε να της ρίξει μια δολοφονική ματιά - ή μήπως της φάνηκε έτσι;
Με μεγάλη δυσκολία κατάφερε ο Αντώνης να γυρίσει το αυτοκίνητο και να
πάρει τον δρόμο της επιστροφής. Ο καιρός είχε αγριέψει για τα καλά. Όταν
έφτασαν, πάρκαρε δίπλα στο δικό της και βγήκε απ’ το αγροτικό χωρίς να πει
λέξη. Κατευθύνθηκε προς το σπίτι. Η Μαργαρίτα δεν κουνήθηκε ρούπι απ’ τη θέση της
παρά τον παρακολουθούσε που απομακρυνόταν.
"Βγες, δεν έχει νόημα να κάθεσαι εκεί. Πάμε σπίτι", της φώναξε
από απόσταση.
"Το σπίτι είναι ερείπιο!"
"Ό,τι και να είναι, καλύτερο είναι", απάντησε εκείνος με
ύφος που δεν σήκωνε κουβέντα.
Όταν μπήκαν στο σπίτι, ο Αντώνης έριξε μια ματιά γύρω του.
"Εδώ θα μείνουμε μέχρι να βρούμε λύση. Το χειμωνιάτικο στο
ισόγειο έχει τουλάχιστον τζάκι, είναι πλακόστρωτο και το ταβάνι του γερό".
Βρήκε ξύλα και άναψε φωτιά. Έφερε κι ένα λιόπανο απ’ το
αγροτικό, μαζί με φρέσκο ψωμί, διπλωμένο σε μια πετσέτα, ελιές κι ένα μπουκάλι
κρασί. Στο απορημένο βλέμμα της Μαργαρίτας απάντησε:
"Πάντα έχω μαζί μου κολατσιό, εδώ στις ερημιές που γυρίζω".
Εκείνη δεν σχολίασε τίποτα. Κάθισε στον ξύλινο πάγκο που βρήκε σε μια γωνιά του δωματίου και συνέχισε να τον παρατηρεί.
Ο Αντώνης ήταν μεσόκοπος με γκρίζα μαλλιά και παχύ μουστάκι. Τα χέρια του φαίνονταν
δυσανάλογα λεπτά σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα του, μα οι κινήσεις τους
ήταν σταθερές και σίγουρες. Έκοψε μια φέτα ψωμί, έριξε στη χούφτα της μερικές ελιές
και της είπε:
"Έλα να φας στη φωτιά. Θα ξεπαγιάσεις".
"Καλά είμαι", απάντησε εκείνη μουδιασμένη απ’ το κρύο.
"Έλα. Δεν τρώω ανθρώπους".
Έφαγαν το λιτό γεύμα τους, ήπιαν κρασί και η γλώσσα τους
λύθηκε. Η αρχική ένταση υποχώρησε σιγά σιγά και οι κουβέντες τους έγιναν πιο
φιλικές.
"Τέτοιο σπίτι και θέλεις να το πουλήσεις; Πέτρινο,
ψηλοτάβανο με θέα τον κάμπο της Ιστιαίας, κι αν ανέβεις πιο πάνω βλέπεις και το
Αιγαίο. Στη θέση σου θα το έφτιαχνα και θα πέρναγα εδώ τα καλοκαίρια μου".
"Δίκιο έχεις, Airbnb μπορεί να γίνει".
"Τι να γίνει;"
Η Μαργαρίτα γέλασε με την ασχετοσύνη του Αντώνη μέχρι που εκείνος συμπληρώνοντας τα λόγια του πρόσθεσε:
"Κάλλιο να το γκρέμιζα παρά να το
έδινα στους ξένους. Βαλθήκατε όλοι σας να κάνετε τα σπίτια σας ξενώνες".
Οι ώρες κύλισαν απρόσμενα ευχάριστα για τη Μαργαρίτα. Η
παρέα του Αντώνη αποδείχτηκε απολαυστική. Πέταγε έξυπνες ατάκες, δεν μάσαγε τα
λόγια του και φαινόταν άνθρωπος διαβασμένος. Οι συζητήσεις τους βάθυναν,
μίλησαν για τη ζωή τους, τα εφηβικά τους όνειρα, τους αποτυχημένους γάμους τους
και το μέλλον που διαγραφόταν ζοφερό για όλη την ανθρωπότητα. Μετά, άρχισαν να
αστειεύονται, να διηγούνται ιστορίες, κι όταν νύχτωσε για τα καλά, εκείνος έστρωσε
το λιόπανο κοντά στη φωτιά. Ξάπλωσαν ο ένας πλάι στον άλλον και της έδωσε το
μπράτσο του για μαξιλάρι.
Μια τόση δα στιγμή έφτασε για να δει η Μαργαρίτα τη ζωή με
άλλα μάτια. Ο βοριάς έγινε μαΐστρος, το λιόπανο σκαρί κι ανοίχτηκε στο
Αιγαίο. Ταξίδευαν μαζί σε μια ήρεμη
θάλασσα με τον λαμπρό ήλιο πάνω απ’ τα κεφάλια τους, να τους ζεσταίνει. Οι
έννοιες της εξαφανίστηκαν μεμιάς. Έκλεισε τα μάτια της. Ένας βαθύς αναστεναγμός
έκανε το στήθος της ν’ αναπηδήσει. Της έσφιξε το χέρι. Το ξεχασμένο παιδικό
παράπονο αγάπης στριμώχτηκε άτσαλα στο διάφραγμα της. Βούρκωσε,
πάλεψε να το κρύψει και είπε:
"Είδα μια σαύρα στον τοίχο της κάμαρας, προηγουμένως…"
"Θαυμάσια, έχουμε και παρέα", μουρμούρισε νυσταγμένος ο Αντώνης ενώ τα ακροδάχτυλά του άγγιξαν φευγαλέα το μάγουλό της. Ως και η φωνή του έφτασε στ’ αυτιά της στοργική. Ή μήπως της φάνηκε έτσι;
"Ο βοριάς έγινε μαΐστρος, το λιόπανο σκαρί κι ανοίχτηκε στο Αιγαίο. Ταξίδευαν μαζί σε μια ήρεμη θάλασσα με τον λαμπρό ήλιο πάνω απ’ τα κεφάλια τους, να τους ζεσταίνει. Οι έννοιες της εξαφανίστηκαν μεμιάς. Έκλεισε τα μάτια της. Ένας βαθύς αναστεναγμός έκανε το στήθος της ν’ αναπηδήσει. .."
ΑπάντησηΔιαγραφήΑχ βρε Μαρία μου, διαβάζω και ξαναδιαβάζω αυτήν εδώ την παράγραφο, προσπαθώντας να την κάνω εικόνα φαντασίας. Έχω κάνει εικόνα αυτό το λιόπανο, να γίνεται σκαρί, να φορτώνει τα όνειρα, να λευτερώνει την τοξικότητα, να μαλακώνει φόβους, να διώχνει αναστολές. Να φέρνει μιαν άλλην εικόνα για τη ζωή και τις πολύτιμες στιγμές της. Ικανές να αλλάξουν για πάντα μια ρουτινιασμένη ρότα και να της δώσουν ένα αλλόκοτο φως.
Μαρία μου. Χαίρομαι, καλή μου φίλη, που η γραφή της ψυχής σου, άνοιξε για τη Μαργαρίτα έναν άλλον κόσμο. Έσπασε όλα εκείνα, που ήταν δεσμευμένη και της έδωσε, μέσα απ' τον Αντώνη μια νέα ματιά, ένα νέο άγγιγμα στην καρδιά της.
Όχι, αυτή τη φορά δεν της φάνηκε έτσι. Ήταν αλήθεια, ήταν η ελπίδα και το φως.
Σε ευχαριστώ, αγαπημένη μου φίλη, και για αυτό σου το διήγημα, που ανοίγει νέες σκέψεις στη ζωή μας, δίνει εναλλακτικές και ελπίδες. Να έχεις την ευγνωμοσύνη μου.
Αχ Γιάννη!! Ηθικέ αυτουργέ της Ιδέας και της Έμπνευσης. Πάντα ρομαντικός, παρατηρητικός, δεν αφήνεις να πέσει τίποτα κάτω, περνάς από κόσκινο ό,τι διαβάζεις. Γιατί δεν έγινες κριτικός λογοτεχνίας να έχουμε κι εμείς το "μέσον" μας;
ΔιαγραφήΧαίρομαι πολύ να διαβάζω τα σχόλιά σου γιατί πρωτίστως με ανεβάζουν. Δευτερευόντως με οδηγούν στις υπογραμμίσεις σου και νιώθω σαν να έχω έναν καλό δάσκαλο λογοτεχνίας με οξύ νου και τρυφερή ψυχή.
Σ' ευχαριστώ πολύ γι' αυτό το σπάνιο χάρισμά που διαθέτεις και εμείς το χαιρόμαστε.
Να είσαι καλά, πολλά φιλιά και χαίρομαι πολύ που σου άρεσε η ιστορία!!
Η αλήθεια είναι ότι, μέσα από τα διηγήματά σας, ταξιδεύω στην καρδιά και στη γραφή σας, Μαρία μου. Με "ρουφάει" η πλοκή και η ατμόσφαιρα κάθε διηγήματος. Και έτσι αφήνομαι να παρασυρθώ χωρίς όρια και φρένα. Κριτικός λογοτεχνίας ε; Εντάξει, δεν μού αρέσει ο όρος "κριτικός". Να μού έλεγες "αναλυτής", ναι θα συμφωνούσα.
ΔιαγραφήΤιμή μου τα λόγια σου, με συγκινούν, καλή μου φίλη. Όπως με συγκίνησε και με γέμισε τρυφερά αισθήματα το διήγημά σου, πραγματικά. Σε φιλώ.
Τι ωραία η ιστορία σου Μαρία μου; Κλείνει πολύ τρυφερά, αλλά είχε στιγμές αγωνίας και φυσικά τρόμου (ναι για τη σαύρα λέω!).
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ μου άρεσε.
Και εκτός από τα συναισθήματα που μας δημιούργησες μέσα από τις περιγραφές σου, μας πέρασες και ωραία μηνύματα.
Μπράβο σου! :)
Πολλά γλυκά φιλιά :)
Τη σαύρα κι εσύ Μαρίνα; Πόσο σε καταλαβαίνω!
ΔιαγραφήΚαι δεν πειράζει άνθρωπο η δόλια, μόνο έντομα τρώει, κουνούπια κυρίως, η σαύρα του σπιτιού.
Συνταυτιστήκαμε με τη σαύρα, τα βρήκαμε και στα υπόλοιπα, τέλεια.
Σ' ευχαριστώ πολύ για το σχόλιό σου κορίτσι μου, καλό βράδι σου εύχομαι και ανταποδίδω τα φιλιά σου διπλά :)
Δυστυχώς η σαύρα έχει λίγο δαιμονοποιηθεί, το έχω ζήσει και εγώ στα μικράτα μου. Είναι λίγο και το φιδίσιο σώμα της, οπότε γίνεται απωθητική.
ΔιαγραφήΜπράβο Μαρία μου ξεκινάς με αγωνία, διαβάζεις την περιγραφή σου την όμορφη και λες ''τώρα θα συμβεί'', και τελειώνεις τελικά πολύ τρυφερά! Πολύ συναίσθημα, ανθρώπινες φυσικές αντιδράσεις! Υπέροχα! Σου στέλνω πολλά φιλιά!
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραία! Σώθηκε τελικά χαχα. Τι μας κάνεις Γιάννη!
ΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ πολύ Μαίρη μου, αφού πέρασες καλά διαβάζοντας, πήρα κι εγώ χαρά.
Καλό βράδι!!
Πολλά φιλιά κι από μένα!
Πολύ μου άρεσε. Τρυφερό και ανθρώπινο αν και δεν ξεκίνησες έτσι. Μας γέννησες πολλά συναισθήματα, να σου πω την αλήθεια μου σε ορισμένα σημεία γέλασα κιόλας. Αλλά και αγωνία ένοιωσα και ίσως φόβο, το φόβο του αγνώστου. Αλλά είχε ευχάριστο τέλος. Καθαρά ανθρώπινο. Η συντροφικότητα, η καλή παρέα δίνει άλλο φως στις δυσκολίες
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο Μαράκι
Φιλάκια
Για θρίλερ ξεκίνησε, κωμωδία προέκυψε, ρομάντζο κατέληξε.
ΔιαγραφήΌπου θέλει μας πάει η ιστορία. :)
Σ' ευχαριστώ πολύ Άννα μου για το σχόλιό σου.
Καλό βράδι! Φιλάκια κι από μένα.
Όμορφη ιστορία, αισιόδοξη θα τολμούσα να πω, παρά τις αμφιβολίες της πρωταγωνίστριάς σου. Αισιόδοξη, διότι εκεί που φαίνεται ότι τίποτε δεν πάει καλά, ένα σπίτι ερείπιο, ένα αυτοκίνητο που δεν ξεκινά ενώ οι πρώτες νιφάδες του χιονιού προμηνύουν τα χειρότερα και κάποιος άγνωστος εμφανίζεται από το πουθενά, στο τέλος κερδίζει η ανθρωπιά και η καλή διάθεση, που μπορεί να έλθει από τα ελάχιστα μα τόσο απαραίτητα. Τη σπιτική και ανθρώπινη ζεστασιά, που δίνεις και λαβαίνεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝάσαι καλά, Μαρία!!!
Μερικές φορές η ομορφιά έρχεται εκεί που δεν την περιμένεις.
ΔιαγραφήΚι εσύ να είσαι καλά Βασίλη μου και σ' ευχαριστώ πολύ για την παρουσία σου και το σχόλιό σου. Σε φιλώ!
Δεν αφήσαμε σπίτι για σπίτι παλιό σε όλη την Ελλάδα που να μη το επισκεφθούμε, Μαρία μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝασου και η Εύβοια τώρα.
Πολύ μου άρεσε η ιστορία σου, ήρεμη, ρομαντική κσι χιουμοριστική.
Να είσαι καλά και φιλάκια πολλά.
χαχαχα έτσι είναι Ρένα μου :) αλλά βλέπεις είχαμε συγκεκριμένη οδηγία να τηρήσουμε. Μόνον η Πίπη έσπασε τον χωροταξικό κανόνα και μας μετέφερε σε ξένα μέρη.
ΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ πολύ που πέρασες διάβασες και σχολίασες τόσο κολακευτικά.
Κι εσύ να είσαι καλά και να δημιουργείς Ρένα μου.
Πολλά φιλιά κι από μένα!
Νομίζω Μαρία μου, ότι εσύ έγραψες ακριβώς ότι ζητούσε ο Γιάννης στο θέμα του...πολύ σωστή σε βρίσκω...με την αναπάντεχη συνάντηση με τον άγνωστο, την χιονοθύελλα και πόσο όμορφα κύλισε η συνάντησή τους μετά από την τρομάρα που πήρε η Μαργαρίτα πηγαίνοντας στο παλιό τους σπίτι...
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια ιστορία που ξεκίνησε μέσα στην αγωνία και το κουβεντολόι με τον εαυτό της και τελικά τελείωσε; ή μόλις άρχιζε ; απρόσμενα όμορφα να ρωτήσω; 🤔 😉
Μαρία μου πολύ σασπένς η συμμετοχή σου μπράβο σου κορίτσι μου!
Καλά να περνάς με ότι κάνεις Μαρία μου να έχεις ένα όμορφο ξημέρωμα...την αγάπη μου φιλιαααα! 🧡 🤗
Τώρα που μεγάλωσα δεν κάνω τα ίδια λάθη Σμαραγδάκι μου. Ακούω και παρακούω αρκετές φορές χαχα. Τήρησα το γράμμα του Γιάννη μέχρι την τελεία. Η ιστορία, θέλω να πιστεύω πως μόλις άρχισε. Η Μαργαρίτα βέβαια έχει καεί στο χυλό και φυσάει και το γιαούρτι, αλλά κάτι μου λέει πως αυτή την φορά θα είναι αλλιώς.
ΔιαγραφήΕυχαριστώ πολύ για το όμορφο σχόλιό σου, χαίρομαι που πέρασες καλά Σμαραγδάκι μου.
Κι εσύ να είσαι καλά και να περνάς τέλεια!
Πολλά φιλιά με αγάπη κι από μένα!
Καλημέρα Μαρία μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήρια για τη συμμετοχή σου!
Μου άρεσε πολύ η ιστορία καθώς και οι περιγραφές σου!
Εδωσες ζωντανια!!
Καλησπέρα Κική μου,
Διαγραφήσ' ευχαριστώ πολύ που μου το λες, να είσαι καλά.
Καλό βραδάκι!
Μια έκδηλη αναποφασιστικότητα, συγκράτηση και καχυποψία, απέναντι σ’ έναν άγνωστο ακόμα κι όταν το ¨θέλω¨ και το ¨χρειάζομαι βοήθεια¨ είναι επιτακτική ανάγκη. Και σε δεύτερο επίπεδο ένα όμορφο συναίσθημα εμπιστοσύνης και συντροφικότητας κάμπτοντας το οποιοδήποτε δίλημμα, όχι απλά από ανάγκη, αλλά από επιλογή σε ανθρώπινο επίπεδο. Το φυσικό στοιχείο υπέροχα δοσμένο, μέσα από περιγραφές γλαφυρές, με χιούμορ, ειρωνεία, ευαισθησία, αυτό δηλαδή που χαρακτηρίζει μια καλή γραφή. Το απόλαυσα Μαρία μου! Πολλά, πολλά συγχαρητήρια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε φιλώ!
Καλή εβδομάδα!
Χαίρομαι πολύ που σε ικανοποίησε η ιστορία Αννίκα μου. Έχεις έναν ιδιαίτερο τρόπο να προσεγγίζεις τα κείμενα και να τα σχολιάζεις λογοτεχνώντας, κι αυτός ο τρόπος μου αρέσει πολύ.
ΔιαγραφήΝα είσαι καλά, σ' ευχαριστώ πολύ.
Φιλιά πολλά κι από μένα!
Τι όμορφα που την ξετύλιξες την ιστορία σου, Μαρία μου! Μου άρεσε πάρα πολύ και τη διάβασα μονορούφι! Χίλια μπράβο! Και συμφωνώ και με τη Ρούλα: ήσουν πιστή στα ζητούμενα του Γιάννη, η καλύτερη μαθήτρια σου λέω! Μπράβο και πάλι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα έχεις μια όμορφη εβδομάδα
Ευχαριστώ πολύ, περιμένω και αυτοκόλλητο :)
ΔιαγραφήΈνα όμορφο σχόλιο από ένα κορίτσι αλλιώτικο απ' τ' άλλα, πώς να το παρακάμψω; Δεν θα το κάνω, εδώ θα μείνω :)
Επίσης καλή και επιπλέον εύκολη εβδομάδα Πίπη μου.
Πολλά φιλιά!
Ειλικρινά και εγώ ταξίδεψα με κείνο το λιόπανο που έγινε σκαρί παρέα με την Μαργαρίτα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο Μαρία μου, πολύ ωραία και καλογραμμένη η ιστορία σου.
Καλησπέρα Ελένη μου, όλοι πάνω στο λιόπανο είμαστε, μπήκε και η άνοιξη, θα το κάνουμε το ταξίδι δηλαδή το κάνουμε ήδη μέσα από τις ιστορίες όλων μας.
ΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ πολύ, να είσαι καλά, καλό βραδάκι!
Σε φιλώ γλυκά :)
Τι γλυκό διήγημα!... Αχ βρε Μαράκι, με τα λιόπανα και την πετσέτα με το ψωμί και τις ελιές. Πόσες εικόνες & συναισθήματα ξεδίπλωσες στην ιστορία σου. Απόλαυσα τις ατάκες τους, μέσα απ' τις οποίες διακρίνονται ξεκάθαρα και οι χαρακτήρες τους. Ακόμα και η σαύρα, είχε το ρόλο της. Από ανεπιθύμητος εισβολέας, τους κράτησε παρέα εκείνο το βράδυ. Που ίσως να ήταν και η απαρχή για ένα νέο ξεκίνημα στις ζωές τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕύγε απ' την καρδιά μου, Μαρία μου!
Κι εγώ αυτής της άποψης είμαι Μαρία μου, κάτι νέο τους ξημερώνει κι ας κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν. :)
ΔιαγραφήΣτον τόπο μου, η σαύρα στο σπίτι είναι φίλος και φέρνει τύχη. Μ' αρέσει που σου αρέσει η ιστορία, σ' ευχαριστώ πολύ!
Να περνάς όμορφα!
Κι ενόσω σε διάβαζα, Μαράκι γλυκό, "ο βοριάς έγινε μαΐστρος, το λιόπανο σκαρί κι ανοίχτηκε στο Αιγαίο" και της δικής μου φαντασίας.. Πάντως εκτός από την σαύρα (μπρρρ) ήμουν κι εγώ εκεί σ΄ ένα ακροκέραμο, κι αφουγκραζόμουν τ' όνειρο.. Καλημερούδια και φιλιά! 🧡😘🎁
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα που ήρθε η εποχή να ανοιχτούμε κι εμείς στο Αιγαίο Πέτρα μου, έστω και με την φαντασία μας :)
ΔιαγραφήΙούνιο με ούριο άνεμο, εύχομαι :) Πολλά φιλιά!
Γιατί Μαρία μου, έμεινα με την εντύπωση πως είχα σχολιάσει;
ΑπάντησηΔιαγραφήΑχ! Αυτή η σύνδεση που με αφήνει ξεκρέμαστη και ανατριχιασμένη από την ιστορία σου;
ΑΦιλάκια αγάπης στέλνω με ευχές για ένα χαρούμενο Πάσχα!
Στεφανία
Καλό μήνα Στεφανία μου, άργησα να μπω και να δω το μήνυμά σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολλά καλοκαιρινά φιλιά!